Πρόλογος
Πριν από λίγους μήνες συμπληρώθηκαν σαράντα χρόνια, από τότε που κυκλοφόρησε στην Αθήνα το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Αναγέννηση». Το βιβλίο αυτό εκδίδεται με την ευκαιρία αυτής της σημαντικής, για το λαϊκό κίνημα, επετείου.
Τη στιγμή που εκδόθηκε η «Αναγέννηση», Οκτώβρης του 1964, μια βαθύτατη κρίση είχε κιόλας κυριαρχήσει στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, αλλά και στο κομμουνιστικό κίνημα της Ελλάδας, αντίστοιχα. Ύστερα από το 20ο συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956, οι σοβιετικοί καθοδηγητές αναθεώρησαν και απαρνήθηκαν τις βασικές αρχές του μαρξισμού - λενινισμού, ξαπόλυσαν μια μανιασμένη αντισταλινική αντισοσιαλιστική εκστρατεία, υιοθέτησαν μια ρεβιζιονιστική -οππορτουνιστική γενική γραμμή και βαθμιαία οδήγησαν στη διάσπαση το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και το σοσιαλιστικό στρατόπεδο.
Στην κατεύθυνση αυτή των σοβιετικών καθοδηγητών αντιτάχθηκαν αποφασιστικά το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, με επικεφαλής το Μάο Τσετούνγκ, το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας, με επικεφαλής τον Εμβέρ Χότζα καθώς και άλλα κομμουνιστικά κόμματα διαφόρων χωρών, που παρέμεναν πιστά στο μαρξισμό - λενινισμό. Πάνω στη βάση αυτή και όσο προχωρούσε ο ρεβιζιονιστικός εκφυλισμός, αναπτύχθηκε βαθμιαία ο διεθνής αντιρεβιζιονιστικός αγώνας, που προσέλαβε στα τέλη 1962 - αρχές 1963 τη μορφή γενικευμένης δημόσιας πολεμικής. Η εξέλιξη αυτή επηρέασε και επιτάχυνε παρόμοιου χαρακτήρα διεργασίες, που είχαν αναπτυχθεί στο εσωτερικό πολλών άλλων κομμουνιστικών κομμάτων, ύστερα από το 20ό συνέδριο και που οδήγησαν, κύρια μετά το 1963, στη δημιουργία και ανοιχτή εκδήλωση μιας σειράς νέων μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων και οργανώσεων και τη γενική -ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική- ρήξη τους με το ντόπιο ρεβιζιονισμό και τους οργανωμένους φορείς του, σε κάθε συγκεκριμένη χώρα.
Στο κομμουνιστικό κίνημα της Ελλάδας, με την πραξικοπηματική «6η Ολομέλεια της ΚΕ. του ΚΚΕ», που οργάνωσαν αμέσως μετά το 20ο συνέδριο, το Μάρτη του 1956 οι επεμβασίες χρουστσοφικοί ρεβιζιονιστές, ανατράπηκε η νόμιμη καθοδήγηση του κόμματος με επικεφαλής το Ν. Ζαχαριάδη, διορίστηκε παράνομα μια νέα ηγεσία υπάκουη στους καθοδηγητές του ΚΚΣΕ και επιβλήθηκε στο ΚΚΕ μια αντιμαρξιστική - αντιλενινιστική γενική γραμμή, σύμφωνα με το πρότυπο της ρεβιζιονιστικής γενικής γραμμής του ΚΚΣΕ.
Η εφαρμογή αυτής της γραμμής οδήγησε βαθμιαία στον πλήρη ιδεολογικο-πολιτικό εκφυλισμό του ΚΚΕ, στο ξερίζωμα της επαναστατικής ψυχής του και στη μετατροπή του σε ένα οππορτουνιστικό - ρεφορμιστικό κόμμα. Οι ρεβιζιονιστές καθοδηγητές του ΚΚΕ εγκατέλειψαν τους θεμελιώδεις επαναστατικούς σκοπούς του κομμουνιστικού κινήματος, έφτασαν στην ουσιαστική άρνηση του αντιαμερικάνικου - αντινατοϊκού - αντιιμπεριαλιστικού αγώνα και, σπέρνοντας αυταπάτες ανάμεσα στις μάζες, προσανατόλισαν το λαϊκό κίνημα στην επιδίωξη μιας «δημοκρατικοποίησης» του υπάρχοντος συστήματος της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας. Στις συνθήκες του 1963 -1964, όταν η Ένωση Κέντρου του Γ. Παπανδρέου ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, αυτοί προπαγάνδιζαν θορυβώδικα το «πρόγραμμα ουσιαστικού εκδημοκρατισμού σε όλους τους τομείς», υπονόμευαν και αρνούνταν τον ηγετικό ρόλο της εργατικής τάξης στο πλατύ κίνημα των δημοκρατικών μαζών και παρέδιδαν την ηγεσία αυτών των μαζών στην Ένωση Κέντρου και στον Γ. Παπανδρέου, μετατρέποντας έτσι την Αριστερά και το λαϊκό κίνημα σε εξάρτημα της πολιτικής της μεγαλοαστικής τάξης.
Η ρεβιζιονιστική «στροφή» του 20ού συνεδρίου και της «6ης Ολομέλειας» συνάντησε την αντίθεση μεγάλης μάζας των κομμουνιστών. Στην πολιτική προσφυγιά, στις ανατολικές χώρες και στη Σοβιετική Ένωση, από την αρχή ξέσπασαν εξεγέρσεις κομμουνιστών κατά της χρουστσοφικής επέμβασης στα εσωτερικά του ΚΚΕ και στην πορεία διαμορφώθηκε ένα ολοκληρωμένο ιδεολογικο-πολιτικό ρεύμα, με θέσεις πολεμικής ενάντια στη γραμμή του 20ού συνεδρίου και της «6ης Ολομέλειας», που έφτασε στην ανοιχτή ρήξη με το ρεβιζιονιστικό ΚΚΕ και στη δημιουργία της Μαρξιστικής-Λενινιστικής Οργάνωσης των Πολιτικών προσφύγων στις ανατολικές χώρες, το 1964.
Στην Ελλάδα, παρόλο που δεν υπήρξαν, από την αρχή, εκδηλώσεις ανοιχτής άρνησης της «6ης Ολομέλειας», ωστόσο η μεγάλη μάζα των κομμουνιστώνμε διάφορους τρόπους έκφρασε έμπραχτα την αντίθεση της στο νέο οππορτουνιστικό προσανατολισμό που είχε επιβληθεί στο ΚΚΕ και στο λαϊκό κίνημα. Αυτό εκδηλώθηκε ιδιαίτερα έντονα στο στρατόπεδο πολιτικών εξόριστων τον ’η-Στράτη, όπου, κιόλας από το 1956, ξεκίνησαν και αναπτύχθηκαν σημαντικοί ιδεολογικοί αγώνες, που κάλυψαν τα πιο σπουδαία προβλήματα του διεθνούς και του δικού μας κινήματος. Ακριβώς στους αγώνες, που ξεκίνησαν στον ’η-Στράτη και συνεχίστηκαν στην ΕΛΑ, προετοιμάστηκαν οι όροι για την τελειωτική και ολοκληρωτική ρήξη με τους οργανωμένους φορείς του ρεβιζιονισμού το εκφυλισμένο πια ΚΚΕ και την ΕΛΑ και για τη θεμελίωση της ανεξάρτητης οργανωμένης δράσης των μαρξιστικών - λενινιστικών δυνάμεων της Ελλάδας. Στις αρχές του 1963 δημιουργήθηκαν οι «Ιστορικές Εκδόσεις», που με την έκδοση έργων του Μάο Τσετούνγκ και ντοκουμέντων αντιρεβίζιονιστικής πολεμικής του ΚΚ Κίνας (άρθρων της «Λαϊκής Ημερησίας» του Πεκίνου κ.α.) έστελναν μηνύματα προς πολλές κατευθύνσεις και πρακτικά προωθούσαν τη δουλειά για μια προκαταρκτική συσπείρωση κομμουνιστών μαρξιστών - λενινιστών γύρω από ένα κέντρο. Τον Ιούνη του 1964 πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα σύσκεψη μιας ομάδας κομμουνιστών, κύρια πρώην εξόριστων του ’η-Στράτη, που δημιούργησαν τον πρώτο οργανωμένο πολιτικό πυρήνα των μαρξιστών - λενινιστών της Ελλάδας. Και τον Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς εκδόθηκε από τους μαρξιστές - λενινιστές το περιοδικό «Αναγέννηση», που αποτέλεσε την πρώτη δημόσια εμφάνιση του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας και εγκαινίασε την ανοιχτή αντιπαράθεση του με το σύγχρονο ρεβιζιονισμό και τους φορείς του.
Στις συνθήκες αυτές, η «Αναγέννηση» υπεράσπισε το μαρξισμό - λενινισμό, τις αγωνιστικές παραδόσεις του κομμουνιστικού και λαϊκού κινήματος της Ελλάδας. Ξεσκέπασε και κατάγγειλε αποφασιστικά τη γενική γραμμή του διεθνούς και τον ελληνικού ρεβιζιονισμού, πρόβαλε μια συγκροτημένη ιδεολογική και πολιτική γραμμή για τους βασικούς στόχους του λαϊκού αγώνα στη χώρα μας και κάλεσε όλους τους συνεπείς αγωνιστές της Αριστεράς στην πάλη για την ανασύνταξη των δυνάμεων του λαϊκού κινήματος και για τη συσπείρωσή τους πάνω σε μια συνεπή γραμμή, στα πλαίσια ενός νέου πολιτικού φορέα. Από το πρώτο κιόλας τεύχος της η «Αναγέννηση» υπογράμμιζε την αναγκαιότητα «ύπαρξης ενός ισχυρού, στηριγμένου στις δοκιμασμένες αρχές του κινήματος, κόμματος της Αριστεράς» και καλούσε τους συνεπείς αγωνιστές της Αριστεράς, «να δουλέψουν για τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού οργανισμού, που θα αναλάβει το δύσκολο και υπεύθυνο έργο της οργάνωσης και καθοδήγησης των λαϊκών αγώνων...».
Σε αντίθεση με την οππορτουνιστική - ρεφορμιστική κατεύθυνση των καθοδηγητών του ΚΚΕ και της ΕΔΑ, η «Αναγέννηση» τόνιζε πως καμιά ουσιαστική αλλαγή στη ζωή του τόπου δεν μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς ριζικές αλλαγές στο ζήτημα της εξουσίας. Πάνω στη βάση αυτή και σύμφωνα με τη γενική ιδεολογική και πολιτική γραμμή της, καλούσε σε αγώνα για την ανατροπή του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας και την άνοδο στην εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και προσδιόριζε ως άμεσο κεντρικό στόχο την πραγματοποίηση μιας ριζικής αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής, δημοκρατικής αλλαγής, που στην προοπτική της, θα μετεξελισσόταν αναπόφευκτα σε σοσιαλιστική αλλαγή.
Παράλληλα με την προβολή αυτού του γενικού προσανατολισμού, η «Αναγέννηση», σ' όλο το διάστημα της κυκλοφορίας της, ως τη στιγμή της επιβολής της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας τον Απρίλη του 1967, με πυκνή ορθογραφία και τακτική πληροφόρηση, πάνω στα επίκαιρα κάθε φορά προβλήματα, εξόπλιζε και βοηθούσε τους συνεπείς αγωνιστές της Αριστεράς, που πάλευαν ακούραστα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στο φιλειρηνικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα και στο φοιτητικό κίνημα ιδιαίτερα, όπου είχε ξεδιπλωθεί μια πολύ σημαντική δουλειά, η πιο σημαντική της περιόδου αυτής των μαρξιστών - λενινιστών. Μέσα ακριβώς από τους αγώνες αυτούς προωθούνταν η ανασύνταξη των δυνάμεων της συνεπούς Αριστεράς και η συγκέντρωση των απαραίτητων, για την πραγματοποίηση της ριζικής αλλαγής, δυνάμεων. Για δυόμισι περίπου χρόνια, από τον Οκτώβρη του 1964 ως τον Απρίλη του 1967, η «Αναγέννηση» στάθηκε το ιδεολογικο-πολιτικό και οργανωτικό κέντρο σημαντικών προσπαθειών και αγώνων, που θεμελίωσαν το σύγχρονο μαρξιστικό - λενινιστικό κίνημα της Ελλάδας.
Στην «ταυτότητα» του περιοδικού «Αναγέννηση» αναφέρονταν ως εκδότης ο Ισαάκ Ιορδανίδης και ως υπεύθυνος συντάκτης ο Γιάννης Χοτζέας. Αλλά, πέρα από τα όσα, «σύμφωνα με το νόμο», αναγράφονταν στην «ταυτότητα» του περιοδικού, η ουσία είναι ότι οι δύο αυτοί αγωνιστές, ο Ισαάκ Ιορδανίδης και ο Γιάννης Χοτζέας πήραν την πρωτοβουλία και, μαζί και με άλλους αγωνιστές, ξεκίνησαν την προσπάθεια, που οδήγησε στις «Ιστορικές Εκδόσεις» το 1963, στη Σύσκεψη του Ιούνη του 1964 και στην έκδοση της «Αναγέννησης» τον Οκτώβρη της ίδιας αυτής χρονιάς. Ο καθένας από τους δυο τους έδωσε τη δική του συμβολή, τόσο στη συντακτική δουλειά της «Αναγέννησης», όσο και στη γενικότερη προσπάθεια για τη συγκρότηση και την ανάπτυξη της πολιτικής ομάδας των μαρξιστών - λενινιστών.
Αυτό που πρέπει να υπογραμμισθεί είναι, ότι μέσα στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες εκείνης της περιόδου, ξεκίνησε μια προσπάθεια, που αρχικά στηρίχθηκε σε πέντε - δέκα αγωνιστές, που βαθμιαία αναπτύχθηκε και στην πορεία συσπείρωσε στους κόλπους της πολιτικής ομάδας της «Αναγέννησης» έναν, αξιόλογο για τις συνθήκες εκείνες, αριθμό αγωνιστών. Ο καθένας από τους αγωνιστές αυτούς έδωσε τη δική του προσωπική συμβολή, από το πόστο που είχε ταχθεί και όλοι μαζί έκτισαν από κοινού το έργο της «Αναγέννησης» και της πολιτικής ομάδας της. Γι' αυτό και παρά τις αρνητικές εξελίξεις, που σημειώθηκαν αργότερα στο εσωτερικό του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος, με τις αντιπαραθέσεις και διασπάσεις στις γραμμές του, όλη η δουλειά της «Αναγέννησης» παραμένει και μέχρι σήμερα σαν ένα κοινό κτήμα όλου του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος, όλων των μαρξιστικών - λενινιστικών οργανώσεων, όλων των μαρξιστών - λενινιστών, όλων όσων εξακολουθούν να αγωνίζονται για τις μεγάλες αρχές, που υπεράσπισε και πρόβαλε η «Αναγέννηση».
Στο βιβλίο αυτό δημοσιεύονται τα κυριότερα από τα άρθρα, που έγραψε για την «Αναγέννηση» ο Ισαάκ Ιορδανίδης. Στα άρθρα αυτά γίνεται μια συνολική κριτική τόσο της γραμμής και των θέσεων των καθοδηγητών του ΚΚΣΕ μετά το 20ο συνέδριο του, όσο και ιδιαίτερα της γραμμής και των θέσεων των καθοδηγητών του ΚΚΕ και της ΕΑΑ μετά την «6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ» του 1956, πάνω στα πιο σημαντικά προβλήματα το λαϊκού μας κινήματος και προβάλλονται, αντίστοιχα, η γραμμή και οι θέσεις της «Αναγέννησης» πάνω στα προβλήματα αυτά.
Ειδικότερα, κριτικάρονται οι αντιμαρξιστικές - αντιλενινιστικές θεωρίες των καθοδηγητών του ΚΚΕ και της ΕΔΑ, που εξωράιζαν το αστικό κράτος, καλλιεργούσαν την ιδέα για την αλλαγή της ταξικής ουσίας του και πρόβαλλαν το ρεφορμιστικό δρόμο των βαθμιαίων διαρθρωτικών αλλαγών και επιμέρους βελτιώσεων στο σύστημα της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας. Στο πλαίσιο αυτό, γίνεται ανάλυση των ταξικών σχέσεων και των αντιθέσεων που διαμορφώνονταν στην ελληνική κοινωνία και εξετάζεται το ζήτημα του χαρακτήρα και των κινητήριων δυνάμεων της επικείμενης αλλαγής και των προοπτικών της.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν, επίσης, οι αναλύσεις που γίνονται εδώ γύρω από το χαρακτήρα των δύο μεγάλων κομμάτων, της ΕΡΕ και της Ε.Κ, σαν κομμάτων της μεγαλοαστικής τάξης, γύρω από τις ομοιότητες και τις διαφορές τους, ειδικά γύρω από τη στάση και την τακτική της Αριστεράς απέναντι στην Ε.Κ και γενικότερα γύρω από τους όρους με τους οποίους πρέπει να αντιμετωπίζει το προοδευτικό κίνημα τις συμμαχίες ή προσωρινές συνεργασίες του, στο δρόμο για την προώθηση των γενικών πολιτικών στόχων του. Σε αυτό το πλαίσιο, αναδείχνεται σα βασικής σημασίας ζήτημα η κατάκτηση του ηγετικού ρόλου της εργατικής τάξης στο πλατύ μαζικό κίνημα και η απόσπαση των πλατιών λαϊκών μαζών από την επιρροή των κομμάτων της μεγαλοαστικής τάξης.
Αναφορές και τοποθετήσεις και σε μια σειρά άλλα θέματα, γίνονται στα άρθρα αυτά, που βοηθούν να παρατηρήσουμε, από μια άλλη σκοπιά, την πολιτική πραγματικότητα της Ελλάδας των χρόνων της «Αναγέννησης».