Άρθρα και κείμενα του σ. Ισαάκ Ιορδανίδη

Λαϊκός Δρόμος - 30 Απριλίου 2015

Τα κυριότερα κείμενα που έγραψε για την "Αναγέννηση" ο σ. Ισαάκ Ιορδανίδης, εκδό­θηκαν από τις "Μορφωτικές Εκδόσεις" σε βι­βλίο το 2005, λίγους μήνες ύστερα από τη συμπλήρωση σαράντα χρόνων από την έκδοση του περιοδικού "Ανα­γέννηση" που αποτέλεσε την πρώτη δημόσια εμ­φάνιση του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας και εγκαινίασε την ανοιχτή αντιπαράθεσή του με το σύγχρονο  ρεβιζιονισμό και τους φορείς του.

Δημοσιεύουμε παρακάτω τον "Πρόλογο" του βιβλίου που περιέχει σημαντικά ιστορικά στοιχεία σχετικά με την ίδρυση του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος στη χώρα μας καθώς και τη "Σημείωση της  Έκδοσης" του βιβλίου που βοηθά στην καλύτερη κατανόηση ορισμένων διατυπώσεων και όρων, που χρησιμοποιήθηκαν στις συνθήκες της περιόδου που κυκλοφόρησε η "Αναγέννηση".

Ο "ΠΡΟΛΟΓΟΣ" που φέρει στο βιβλίο την υπογραφή "Οι ΜΟΡΦΩΤΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ",  καθώς επίσης και η "ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ" γράφτηκαν από τον ίδιο τον σ. Ισαάκ Ιορδανίδη.

 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Πριν από λίγους μήνες συμπληρώθηκαν σαράντα χρόνια, από τότε που κυκλοφόρησε στην Αθήνα το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Αναγέννηση». Το βιβλίο αυτό εκδίδεται με την ευκαιρία αυτής της σημαντικής, για το λαϊκό κίνημα, επετείου.
Τη στιγμή που εκδόθηκε η «Αναγέννηση»,- Οκτώ­βρης του 1964-, μια βαθύτατη κρίση είχε κιόλας κυριαρχήσει στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, αλλά και στο κομμουνιστικό κίνημα της Ελλάδας, αντίστοιχα. Ύστερα από το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956, οι σοβιετικοί καθοδηγητές αναθεώρησαν και απαρνήθηκαν τις βασικές αρχές του μαρξισμού - λενινισμού, ξαπόλυσαν μια μανιασμένη αντισταλινική αντισοσιαλιστική εκστρατεία, υιοθέτησαν μια ρεβιζιονιστική - οππορτουνιστική γενική γραμμή και βαθμιαία οδήγησαν στη διάσπαση το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και το σοσιαλιστικό στρατόπεδο.

Στην κατεύθυνση αυτή των σοβιετικών καθοδηγητών αντιτάχθηκαν αποφασιστικά το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, με επικεφαλής τον Μάο Τσετούνγκ, το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας, με επικεφαλής τον Εμβέρ Χότζα, καθώς και άλλα κομμουνιστικά κόμματα διαφόρων χωρών, που παρέμεναν πιστά στο μαρξισμό - λενινισμό. Πάνω στη βάση αυτή και όσο προχωρούσε ο ρεβιζιονιστικός εκφυλισμός, αναπτύχθηκε βαθμιαία ο διεθνής αντιρεβιζιονιστικός αγώνας, που προσέλαβε στα τέλη 1962 - αρχές 1963 τη μορφή γενικευμένης δημόσιας πολεμικής. Η εξέλιξη αυτή επηρέασε και επιτάχυνε παρόμοιου χαρακτήρα διεργασίες, που είχαν αναπτυχθεί στο εσωτερικό πολλών άλλων κομμουνιστικών κομμάτων, ύστερα από το 20ό συνέδριο και που οδήγησαν, κύρια μετά το 1963, στη δημιουργία και ανοιχτή εκδήλωση μιας σειράς νέων μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων και οργανώσεων και τη γενική - ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική - ρήξη τους με τον ντόπιο ρεβιζιονισμό και τους οργανωμένους φορείς του, σε κάθε συγκεκριμένη χώρα.

Στο κομμουνιστικό κίνημα της Ελλάδας, με την πραξικοπηματική «6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ», που οργάνωσαν αμέσως μετά το 20ό συνέδριο, το Μάρτη του 1956, οι επεμβασίες χρουστσοφικοί ρεβιζιονιστές, ανατράπηκε η νόμιμη καθοδήγηση του κόμματος με ε­πικεφαλής τον Ν. Ζαχαριάδη, διορίστηκε παράνομα μια νέα ηγεσία υπάκουη στους καθοδηγητές του ΚΚΣΕ και επιβλήθηκε στο ΚΚΕ μια αντιμαρξιστική – αντιλενινιστική γενική γραμμή, σύμφωνα με το πρότυπο της ρεβιζιονιστικής γενικής γραμμής του ΚΚΣΕ.

Η εφαρμογή αυτής της γραμμής οδήγησε βαθμιαία στον πλήρη ιδεολογικο-πολιτικό εκφυλισμό του ΚΚΕ, στο ξερίζωμα της επαναστατικής ψυχής του και στη μετατροπή του σε ένα οππορτουνιστικό - ρεφορμιστικό κόμμα. Οι ρεβιζιονιστές καθοδηγητές του ΚΚΕ εγκατέλειψαν τους θεμελιώδεις επαναστατικούς σκοπούς του κομμουνιστικού κινήματος, έφτασαν στην ουσιαστική άρνηση του αντιαμερικάνικου - αντινατοϊκού - α­ντ­ιιμπεριαλιστικού αγώνα και, σπέρνοντας αυταπάτες ανάμεσα στις μάζες, προσανατόλισαν το λαϊκό κίνημα στην επιδίωξη μιας «δημοκρατικοποίησης» του υπάρχοντος συστήματος της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας. Στις συνθήκες του 1963 -1964, όταν η Ένωση Κέντρου του Γ. Παπανδρέου ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, αυτοί προπαγάνδιζαν θορυβώδικα το «πρό­γραμμα ουσιαστικού εκδημοκρατισμού σε όλους τους τομείς», υπονόμευαν και αρνούνταν τον ηγετικό ρόλο της εργατικής τάξης στο πλατύ κίνημα των δημοκρατικών μαζών και παρέδιδαν την ηγεσία αυτών των μαζών στην Ένωση Κέντρου και στον Γ. Παπανδρέου, μετατρέποντας έτσι την Αριστερά και το λαϊκό κίνημα σε εξάρτημα της πολιτικής της μεγαλοαστικής τάξης. Η ρεβιζιονιστική «στροφή» του 20ού συνεδρίου και της «6ης Ολομέλειας» συνάντησε την αντίθεση μεγάλης μάζας των κομμουνιστών. Στην πολιτική προσφυγιά, στις ανατολικές χώρες και στη Σοβιετική Ένωση, από την αρχή ξέσπασαν εξεγέρσεις κομμουνιστών κατά της χρουστσοφικής επέμβασης στα εσωτερικά του ΚΚΕ και στην πορεία διαμορφώθηκε ένα ολοκληρωμένο ιδεολογικο-πολιτικό ρεύμα, με θέσεις πολεμικής ενάντια στη γραμμή του 20ού συνεδρίου και της «6ης Ολομέλειας», που έφτασε στην ανοιχτή ρήξη με το ρεβιζιονιστικό ΚΚΕ και στη δημιουργία της Μαρξιστικής - Λενινιστικής Οργάνωσης των Πολιτικών προσφύγων στις ανατολικές χώρες, το 1964.

Στην Ελλάδα, παρόλο που δεν υπήρξαν, από την αρχή, εκδηλώσεις ανοιχτής άρνησης της «6ης Ολομέλειας», ωστόσο η μεγάλη μάζα των κομμουνιστών, με διάφορους τρόπους έκφρασε έμπραχτα την αντίθεσή της στο νέο οππορτουνιστικό προσανατολισμό που είχε επιβληθεί στο ΚΚΕ και στο λαϊκό κίνημα. Αυτό εκδηλώθηκε ιδιαίτερα έντονα στο στρατόπεδο πολιτικών εξορίστων του Άη-Στράτη, όπου, κιόλας από το 1956, ξεκίνησαν και αναπτύχθηκαν σημαντικοί ιδεολογικοί αγώνες, που κάλυψαν τα πιο σπουδαία προβλήματα του διεθνούς και του δικού μας κινήματος. Ακριβώς στους αγώνες, που ξεκίνησαν στον Άη-Στράτη και συνεχίστηκαν στην ΕΔΑ, προετοιμάστηκαν οι όροι για την τελειωτική και ολοκληρωτική ρήξη με τους οργανωμένους φορείς του ρεβιζιονισμού  -το εκφυλισμένο πια ΚΚΕ και την ΕΔΑ- και για τη θεμελίωση της ανεξάρτητης οργανωμένης δράσης των μαρξιστικών - λενινιστικών δυνάμεων της Ελλάδας. Στις αρχές του 1963 δημιουργήθηκαν οι «Ιστορικές Εκδόσεις», που με την έκδοση έργων του Μάο Τσετούνγκ και ντοκουμέντων αντιρεβιζιονιστικής πολεμικής του Κ.Κ. Κίνας (άρθρων της «Λαϊκής Ημερησίας» του Πεκίνου κ.α.) έστελναν μηνύματα προς πολλές κατευθύνσεις και πρακτικά προωθούσαν τη δουλειά για μια προκαταρκτική συσπείρωση κομμουνιστών μαρξιστών - λενινιστών γύρω από ένα κέντρο. Τον Ιούνη του 1964 πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα σύσκεψη μιας ομάδας κομμουνιστών, κύρια πρώην εξορίστων του Άη-Στράτη, που δημιούργησαν τον πρώτο οργανωμένο πολιτικό πυρήνα των μαρξιστών - λενινιστών της Ελλάδας. Και τον Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς εκδόθηκε από τους μαρξιστές - λενινιστές το περιοδικό «Αναγέννηση», που αποτέλεσε την πρώτη δημόσια εμφάνιση του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος της Ελλάδας και εγκαινίασε την ανοιχτή αντιπαράθεσή του με το σύγχρονο ρεβιζιονισμό και τους φορείς του.

Στις συνθήκες αυτές, η «Αναγέννηση» υπεράσπισε το μαρξισμό - λενινισμό, τις αγωνιστικές παραδόσεις του κομμουνιστικού και λαϊκού κινήματος της Ελλάδας. Ξεσκέπασε και κατάγγειλε αποφασιστικά τη γενική γραμμή του διεθνούς και του ελληνικού ρεβιζιονισμού, πρόβαλε μια συγκροτημένη ιδεολογική και πολιτική γραμμή για τους βασικούς στόχους του λαϊκού αγώνα στη χώρα μας και κάλεσε όλους τους συνεπείς αγωνιστές της Αριστεράς στην πάλη για την ανασύνταξη των δυνάμεων του λαϊκού κινήματος και για τη συσπείρωσή τους πάνω σε μια συνεπή γραμμή, στα πλαίσια ενός νέου πολιτικού φορέα. Από το πρώτο κιόλας τεύχος της η «Αναγέννηση» υπογράμμιζε την αναγκαιότητα «ύπαρξης ενός ισχυρού, στηριγμένου στις δοκιμασμένες αρχές του κινήματος, κόμματος της Αριστεράς» και καλούσε τους συνεπείς αγωνιστές της Αριστεράς, «να δουλέψουν για τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού οργανισμού, που θα αναλάβει το δύσκολο και υπεύθυνο έργο της οργάνωσης και καθοδήγησης των λαϊκών αγώνων...».

Σε αντίθεση με την οππορτουνιστική - ρεφορμιστική κατεύθυνση των καθοδηγητών του ΚΚΕ και της ΕΔΑ, η «Αναγέννηση» τόνιζε πως καμιά ουσιαστική αλλαγή στη ζωή του τόπου δεν μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς ριζικές αλλαγές στο ζήτημα της εξουσίας. Πάνω στη βάση αυτή και σύμφωνα με τη γενική ιδεολογική και πολιτική γραμμή της, καλούσε σε αγώνα για την ανατροπή του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας και την άνοδο στην εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και προσδιόριζε ως άμεσο κεντρικό στόχο την πραγματοποίηση μιας ριζικής αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής, δημοκρατικής αλλαγής, που στην προοπτική της, θα μετεξελισσόταν αναπόφευκτα σε σοσιαλιστική αλλαγή.

Παράλληλα με την προβολή αυτού του γενικού προσανατολισμού, η «Αναγέννηση», σ' όλο το διάστημα της κυκλοφορίας της, ως τη στιγμή της επιβολής της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας τον Απρίλη του 1967, με πυκνή αρθρογραφία και ταχτική πληροφόρηση, πάνω στα επίκαιρα κάθε φορά προβλήματα, εξό­πλιζε και βοηθούσε τους συνεπείς αγωνιστές της Αριστεράς, που πάλευαν ακούραστα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στο φιλειρηνικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα και στο φοιτητικό κίνημα ιδιαίτερα, όπου είχε ξεδιπλωθεί μια πολύ σημαντική δουλειά, -η πιο σημαντική της περιόδου αυτής-  των μαρξιστών - λενινιστών. Μέσα ακριβώς από τους αγώνες αυτούς προωθούνταν η ανασύνταξη των δυνάμεων της συνεπούς Αριστεράς και η συγκέντρωση των απαραίτητων, για την πραγματοποίηση της ριζικής αλλαγής, δυνάμεων. Για δυόμισι περίπου χρόνια, από τον Οκτώβρη του 1964 ως τον Απρίλη του 1967, η «Αναγέννηση» στάθηκε το ιδεολογικοπολιτικό και οργανωτικό κέντρο σημαντικών προσπαθειών και αγώνων, που θεμελίωσαν το σύγχρονο μαρξιστικό - λενινιστικό κίνημα της Ελλάδας.

Στην «ταυτότητα» του περιοδικού «Αναγέννηση» αναφέρονταν ως εκδότης ο Ισαάκ Ιορδανίδης και ως υπεύθυνος συντάκτης ο Γιάννης Χοτζέας. Αλλά, πέρα από τα όσα, «σύμφωνα με το νόμο», αναγράφονταν στην «ταυτότητα» του περιοδικού, η ουσία είναι ότι οι δύο αυτοί αγωνιστές, ο Ισαάκ Ιορδανίδης και ο Γιάννης Χοτζέας, πήραν την πρωτοβουλία και, μαζί και με άλλους αγωνιστές, ξεκίνησαν την προσπάθεια, που οδήγησε στις «Ιστορικές Εκδόσεις» το 1963, στη Σύσκεψη του Ιούνη του 1964 και στην έκδοση της «Αναγέννησης» τον Οκτώβρη της ίδιας αυτής χρονιάς. Ο καθένας από τους δυο τους έδωσε τη δική του συμβολή, τόσο στη συντακτική δουλειά της «Αναγέννησης», όσο και στη γενικότερη προσπάθεια για τη συγκρότηση και την ανάπτυξη της πολιτικής ομάδας των μαρξιστών - λενινιστών.

Αυτό που πρέπει να υπογραμμισθεί είναι, ότι μέσα στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες εκείνης της περιόδου, ξεκίνησε μια προσπάθεια, που αρχικά στηρίχθηκε σε πέντε - δέκα αγωνιστές, που βαθμιαία αναπτύχθηκε και στην πορεία συσπείρωσε στους κόλπους της πολιτικής ομάδας της «Αναγέννησης» έναν, αξιό­λογο για τις συνθήκες εκείνες, αριθμό αγωνιστών. Ο καθένας από τους αγωνιστές αυτούς έδωσε τη δική του προσωπική συμβολή, από το πόστο που είχε ταχθεί και όλοι μαζί έχτισαν από κοινού το έργο της «Αναγέννησης» και της πολιτικής ομάδας της. Γι' αυτό και παρά τις αρνητικές εξελίξεις, που σημειώθηκαν αργότερα στο εσωτερικό του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος, με τις αντιπαραθέσεις και διασπάσεις στις γραμμές του, όλη η δουλειά της «Αναγέννησης» παραμένει και μέχρι σήμερα σαν ένα κοινό χτήμα όλου του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος, όλων των μαρξιστικών - λενινιστικών οργανώσεων, όλων των μαρξιστών - λενινιστών, όλων όσων εξακολουθούν να αγωνίζονται για τις μεγάλες αρχές, που υπεράσπισε και πρόβαλε η «Αναγέννηση».

Στο βιβλίο αυτό δημοσιεύονται τα κυριότερα από τα άρθρα, που έγραψε για την «Αναγέννηση» ο Ισαάκ Ιορδανίδης. Στα άρθρα αυτά γίνεται μια συνολική κριτική τόσο της γραμμής και των θέσεων των καθοδηγητών του ΚΚΣΕ μετά το 20ό συνέδριό του, όσο και ιδιαίτερα της γραμμής και των θέσεων των καθοδηγητών του ΚΚΕ και της ΕΔΑ μετά την «6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ» του 1956, πάνω στα πιο σημαντικά προβλήματα του λαϊκού μας κινήματος και προβάλλονται, αντίστοιχα, η γραμμή και οι θέσεις της «Αναγέννησης» πάνω στα προβλήματα αυτά.

Ειδικότερα, κριτικάρονται οι αντιμαρξιστικές - αντιλενινιστικές θεωρίες των καθοδηγητών του ΚΚΕ και της ΕΔΑ, που εξωράιζαν το αστικό κράτος, καλλιεργούσαν την ιδέα για την αλλαγή της ταξικής ουσίας του και πρόβαλλαν το ρεφορμιστικό δρόμο των βαθμιαίων διαρθρωτικών αλλαγών και επιμέρους βελτιώσεων στο σύστημα της αμερικανοκρατίας και της υποτέλειας. Στο πλαίσιο αυτό, γίνεται ανάλυση των ταξικών σχέσεων και των αντιθέσεων που διαμορφώνονταν στην ελληνική κοινωνία και εξετάζεται το ζήτημα του χαραχτήρα και των κινητήριων δυνάμεων της επικείμενης αλλαγής και των προοπτικών της.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν, επίσης, οι αναλύσεις που γίνονται εδώ γύρω από το χαραχτήρα  των δύο μεγάλων κομμάτων, της ΕΡΕ και της Ε.Κ., σαν κομμάτων της μεγαλοαστικής τάξης, γύρω από τις ομοιότητες και τις διαφορές τους, ειδικά γύρω από τη στάση και την τακτική της Αριστεράς απέναντι στην Ε.Κ. και γενικότερα γύρω από τους όρους με τους οποίους πρέπει να αντιμετωπίζει το προοδευτικό κίνημα τις συμμαχίες ή προσωρινές συνεργασίες του, στο δρόμο για την προώθηση των γενικών πολιτικών στόχων του. Σε αυτό το πλαίσιο, αναδείχνεται σα βασικής σημασίας ζήτημα η κατάχτηση του ηγετικού ρόλου της εργατικής τάξης στο πλατύ μαζικό κίνημα και η απόσπαση των πλατιών λαϊκών μαζών από την επιρροή των κομμάτων της μεγαλοαστικής τάξης. Αναφορές και τοποθετήσεις και σε μια σειρά άλλα θέματα, γίνονται στα άρθρα αυτά, που βοηθούν να παρατηρήσουμε, από μια άλλη σκοπιά, την πολιτική πραγματικότητα της Ελλάδας των χρόνων της «Αναγέννησης».

Αθήνα, Φλεβάρης 2005
Οι «ΜΟΡΦΩΤΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ»

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ

Την περίοδο, που κυκλοφόρησε η «Αναγέννηση» (1964), στην Ελλάδα επικρατούσε ένα αντιδημοκρατικό, αστυνομικό πολιτικό καθεστώς. Δεκαπέντε χρόνια μετά το τέλος του εμφύλιου πολέμου, το ΚΚΕ εξακολουθούσε να είναι «εκτός νόμου» και τα μέλη και οι οπαδοί του υποβάλλονταν σε κάθε είδους διώξεις και περιορισμούς. Χάρη στους αγώνες των κομμουνιστών και άλλων αριστερών και δημοκρατικών δυνάμεων, είχε κατακτηθεί η δυνατότητα μιας ορισμένης «νόμιμης» έκφρασης και πολιτικής δράσης της Αριστεράς, όπως ήταν η ίδρυση και λειτουργία της ΕΔΑ, η κυκλοφορία αριστερών εφημερίδων και περιοδικών και η έκδοση μαρξιστικών βιβλίων. Ωστόσο, όλες αυτές οι «νόμιμες» δραστηριότητες της Αριστεράς διεξάγονταν κάτω από ασφυκτική αστυνομική παρακολούθηση, παντοειδείς περιορισμούς και διώξεις.

Ας θυμίσουμε, ότι μόλις τρία χρόνια πριν, το 1961, η χώρα μας είχε υποστεί τις κακόφημες εκλογές βίας και νοθείας της καραμανλικής ΕΡΕ και οι δυνάμεις της «νόμιμης» Αριστεράς είχαν γίνει ο κύριος στόχος μιας αφηνιασμένης τρομοκρατικής εκστρατείας του αστυνομικού κράτους και των παρακρατικών της δεξιάς, που κορυφώθηκε, στη συνέχεια, με την άγρια δολοφονία του αγωνιστή της ειρήνης και βουλευτή της ΕΔΑ, Γρηγόρη Λαμπράκη. Αλλά και στα επόμενα χρόνια, όταν τη διακυβέρνηση της χώρας ανέλαβε η Ένωση Κέντρου του Γ. Παπανδρέου (1963 και 1964), ο αντικομμουνισμός παρέμεινε ως η βασική κατεύθυνση της κρατικής πολιτικής και, παρά τις επιμέρους κατακτήσεις, που με τους αγώνες τους είχαν επιβάλει οι λαϊκές μάζες, το αστυνομικό, αντιδημοκρατικό καθεστώς διατηρούνταν σε πλήρη ισχύ. Ταυτόχρονα, εξακολουθούσαν να δρουν ασύδοτα και οι σκοτεινές αντιδραστικές δυνάμεις, προετοιμάζοντας και προωθώντας το φασιστικο-στρατιωτικό πραξικόπημα.

Μέσα στις συνθήκες αυτές εκδόθηκε η «Αναγέννηση» και όφειλε να λάβει υπόψη ορισμένους υπαρκτούς και αναγκαστικούς περιορισμούς, που επέβαλλε η αντικομμουνιστική νομοθεσία. Έτσι, στη σύνταξη των κειμένων και των θέσεων του περιοδικού χρησιμοποιούνταν, ορισμένες φορές, διατυπώσεις και όροι, που παρέπεμπαν, με έμμεσο τρόπο, σε αυτό, που ουσιαστικά ήθελε να προβάλει η «Αναγέννηση».
Για παράδειγμα: Το πρώτο βασικό άρθρο της «Αναγέννησης» είχε τον τίτλο «Μια μεγάλη πολεμική στους κόλπους του διεθνούς προοδευτικού κινήματος» (τεύχος 1, Οκτώβρης 1964). Από το ίδιο το περιεχόμενο του άρθρου αυτού, βέβαια, ο αναγνώστης θα καταλάβαινε πως, εκεί, με τον όρο «προοδευτικό κίνημα», υπονοούνταν το «κομμουνιστικό κίνημα». Με την ίδια μέθοδο και στη συνέχεια, σε πολλές περιπτώσεις η έννοια «κομμουνιστικό κίνημα» αποδιδόταν με τη διατύπωση «προοδευτικό κίνημα». Φυσικά και δεν ήταν στην πρόθεση των συντακτών της «Αναγέννησης» να ταυτίσουν τις έννοιες «προοδευτικό» και «κομμουνιστικό», αφού υπάρχουν ή μπορούν να υπάρξουν κινήματα προοδευτικά, δημοκρατικά, που δε θέτουν στόχους τόσο υψηλούς, όπως θέτει το κομμουνιστικό κίνημα, αλλά που, ωστόσο, με τη δράση τους ωθούν σε θετική κατεύθυνση την κοινωνική εξέλιξη και γι’ αυτό θεωρούνται και ονομάζονται προοδευτικά. Αλλά δεν μπορεί, οπωσδήποτε, να αμφισβητηθεί πως το κομμουνιστικό κίνημα είναι το πιο προοδευτικό κίνημα, αφού θέτει γενικότερους, ανατρεπτικούς, επαναστατικούς στόχους και οδηγεί την κοινωνική εξέλιξη σε ανώτερα επίπεδα.

Άλλη περίπτωση, ήταν η χρήση των όρων «συνεπής Αριστερά» και «συνεπείς αγωνιστές της Αριστεράς». Εκεί, με τον όρο «συνεπής Αριστερά» υπονοούνταν η κομμουνιστική Αριστερά, η Αριστερά που παρέμενε πιστή στις κομμουνιστικές αρχές, στο μαρξισμό-λενινισμό. Και με τον όρο «συνεπείς αγωνιστές της Αριστεράς» υπονοούνταν οι κομμουνιστές, αγωνιστές της Αριστεράς, που παρέμεναν πιστοί στις κομμουνιστικές αρχές, στο μαρξισμό-λενινισμό. Με τον τρόπο αυτό δε γινόταν, βέβαια, μια πλήρης ταύτιση του «αριστερού» με το «κομμουνιστικό», αν και, την περίοδο εκείνη, το 90% των αριστερών ήταν οπαδοί του κομμουνιστικού κινήματος, της κοσμοθεωρίας του και της πολιτικής του. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να τεθεί σε αμφισβήτηση, πως οι κομμουνιστές ήταν οι πιο συνεπείς αριστεροί.

Ενδεικτική ήταν και η χρήση του όρου «αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή δημοκρατική αλλαγή», αντί του όρου «αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή δημοκρατική επανάσταση». Και στην περίπτωση αυτή, όλη η ανάλυση του περιεχομένου αυτής της αλλαγής καταδείκνυε τον επαναστατικό χαραχτήρα της, αφού σήμαινε μια ριζική κοινωνικο-πολιτική ανατροπή, άνοδο στην εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και εφαρμογή ενός πραγματικά φιλολαϊκού, αντιιμπεριαλιστικού, αντιμονοπωλιακού, δημοκρατικού προγράμματος. Ελπίζουμε, πως οι επισημάνσεις, που γίνονται εδώ, θα διευκολύνουν τον αναγνώστη να προσεγγίσει σωστά και να κατανοήσει την ουσία, το βασικό, σε κάθε περίπτωση, ζήτημα που ήθελαν να θέσουν και να προβάλουν τα κείμενα της «Αναγέννησης», που δημοσιεύονται στο βιβλίο αυτό.

Διάδωσέ το